Πηγή: Λογισμικό "Σήμερα"

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΤΟΥ ΝΑΟΥ

Η φωτογραφία μου
Δέν έχουμε γραφτή μαρτυρία ούτε κτιτορική επιγραφή μέ τό έτος Ίδρυσης του Ι.Ναού τής Παναγίας. Ό Λαμπρυνίδης (Ή Ναυπλία, ό.π.. ο. 129) υποθέτει ότι πρέπει νά είναι ό πρωτεύων ορθόδοξος ναός του Ναυπλίου (επειδή ό "Αγιος Γεώργιος άνηκε στους καθολικούς) έπί' Ενετοκρατίας. Ή Παναγία έχει σχήμα βασιλικής χωρίς τρούλο. Ό νάρθηκας της πρέπει νά έγινε μετά τήν Απε¬λευθέρωση, όπως καί τό τριώροφο καμπαναριό της στη ΝΔ του πλευρά. 'Από τόν Γερμανό περιηγητή Ρ,βίηποΙά Ιυόβηβυ, αναφέρεται τό 1588 - στην περιγραφή του γιά τό Ναύπλιο - μιά άλλη Παναγία έξω άπό τά τείχη τής πολιτείας πού τήν κατέχουν" Ελληνες μοναχοί. Καθώς καί άλλη έκκλησούλα αφιερωμένη κι αυτή στή Θεοτόκο, επειδή βρίσκεται κοντά σέ σπηλιά. στά δυτικά βράχια τοϋ Ρωμαίικου κάστρου (Ακροναυπλία). ' Η δεύτερη αυτή είναι ή αγαπημένη τών κατοίκων τοΰ Ναυπλίου, ή «Παναγίτσα»: πανέμορφο προσκυνητάρι τους στό «Γύρο τής "Αρβανιτιάς», τόν πιό ρομαντικό περίπατο τ" Άνα-πλιού. Καί ποτέ δέν μπερδεύουν τήν «Παναγίτσα» τοϋ βράχου μέ τήν «Παναγία» τής πόλης τ' Άναπλιοΰ, αφιερωμένη στή Γέννηση τής Θεοτόκου. "Ως σήμερα φροντισμένη μέ αγάπη ή Παναγία, αντιπροσωπεύει ένα άπό τά πιό ώραϊα ιστορικά καί εκκλησιαστικά μνημεία τής πολιτείας.

Η ΠΙΣΤΗ ΣΥΖΥΓΟΣ

Γέροντα Παϊσιε, μια γυναίκα την εγκατέλειψε ό άνδρας της, πήρε καί το παιδί, καί έχει σχέσεις με δύο άλλες γυναίκες. Με ρώτησε τί να κάνει.
- Να της πείς, όσο μπορεί, να κάνη υπομονή, προσευχή, καί να φέρεται με καλωσύνη. Να περιμένη· να μη διάλυ­ση τον γάμο ή ίδια. Κάποιος περιφρονούσε την γυναίκα του, την κακομεταχειριζόταν, καί αυτή τα αντιμετώπιζε όλα με υπομονή παί καλωσύνη, μέχρι πού πέθανε σχε­τικά νέα. "Οταν έκαναν την έκταφη της, βγήκε από τον τάφο μία ευωδιά. Απόρησαν όσοι βρίσκονταν εκεί. Βλέ­πετε, αυτή αντιμετώπιζε τα πάντα με υπομονή σ' αυτήν την ζωή, γι' αυτό δικαιώθηκε στην άλλη ζωή.
"Εχω ύπ' όψιν μου και μια άλλη περίπτωση. "Ενα κοσμικό παιδί είχε συμπαθήσει μια κοπέλα πού ζούσε πνευματικά. Για να τον συμπαθήση καί ή κοπέλα, προ­σπαθούσε να ζή πι αυτός πνευματικά, εκκλησιαζόταν κ.λπ. Τελικά παντρεύτηκαν. Μετά όμως από χρόνια εκείνος άρχισε πάλι την κοσμική ζωή. Ενώ είχαν καί μεγάλα παιδιά - ένα αγόρι στο πανεπιστήμιο καί δύο κοπέλες, μία στο λύκειο καί μία στο γυμνάσιο - αυτός συνέχιζε να ζή άσωτα. Είχε μια μεγάλη επιχείρηση καί έβγαζε πολλά χρήματα, αλλά τα περισσότερα τα ξόδευε με την άσωτη ζωή του. Ή καημένη ή σύζυγος του κρα­τούσε το σπίτι με την οικονομία πού έκανε καί τα παι­διά της με τις συμβουλές της. Δεν κατηγορούσε τον πα­τέρα τους, για να μην τον σιχαθούν καί τραυματισθούν, αλλά καί για να μην παρασυρθούν. Τα βράδια πού γύ­ριζε αργά, εύκολα τον δικαιολογούσε, λέγοντας στα παιδιά ότι έχει δουλειές, αλλά το μεσημέρι πού πήγαι­νε στο σπίτι με κάποια φιλενάδα του, τί να έλεγε; Για­τί, τί έκανε ό αθεόφοβος αυτός άνθρωπος ; - αν καί δεν αξίζει να τον λέη κανείς άνθρωπο, επειδή δεν είχε κα­θόλου ανθρωπιά. -Τηλεφωνούσε στην γυναίκα του να του ετοιμάση τα φαγητά πού επιθυμούσε καί ερχόταν το μεσημέρι με κάποια από τις φιλενάδες του για φα­γητό. Ή καημένη ή μάνα, για να μην μπουν σε άσχημους λογισμούς τα παιδιά της, τους καλοδεχόταν. "Εδινε την εντύπωση ότι είναι δική της φίλη καί πέρασε ό σύζυγος της από το σπίτι της καί την έφερε στο σπίτι τους με το αυτοκίνητο του. "Εστελνε με τρόπο τα παιδιά στα δω­μάτια τους, για να διαβάσουν, γιατί φοβόταν μήπως δουν καμμιά άσχημη σκηνή, επειδή δυστυχώς αυτός δεν πρόσεχε, αλλά άσχημονούσε καί μέσα στο σπίτι. Αυτό γινόταν κάθε μεσημέρι καί κάθε τόσο της κουβαλούσε καί άλλο πρόσωπο. Άφού τα παιδιά έφθασαν να λένε στην μητέρα τους: «Πόσες φίλες έχεις, μαμά;». «Γνω­ριζόμασταν από παλιά», τους έλεγε εκείνη. Εν τφ με­ταξύ αυτός την είχε την καημένη χειρότερα καί από υπηρέτρια, διότι της φερόταν με πολλή βαρβαρότητα. Σκεφθήτε τώρα, αυτή ή μάνα κάθε μέρα να υπηρέτη δύο κτήνη, πού ατίμαζαν το σπίτι, καί να βάζη συνέχεια κα­λούς λογισμούς στα παιδιά της. Καί δεν είναι ότι ήξερε πώς το θέμα αυτό θα λήξη έπειτα από ένα διάστημα, ώστε να πή: «θα κάνω υπομονή» καί να εχη καί λίγη παρηγοριά. Αυτή ή κατάσταση συνεχίστηκε αρκετά χρό­νια. Επειδή όμως είχε δώσει ό ταλαίπωρος πολλά δι­καιώματα στον διάβολο, επόμενο ήταν να δέχεται φο­βερές δαιμονικές επιδράσεις. Ηταν σαν τρελλός, δεν ήλεγχε τον εαυτό του, όλα του έφταιγαν. Μια μέρα λοι­πόν, όπως έτρεχε με το αυτοκίνητο του, καθώς ήταν μεθυσμένος από την σαρκική μέθη, ξέφυγε από τον δρό­μο καί έπεσε σε έναν γκρεμό. Το αυτοκίνητο διαλύθη­κε καί αυτός τραυματίστηκε σοβαρά. Τον μετέφεραν στο νοσοκομείο καί ύστερα από μια σχετική νοσηλεία τον πήγαν στο σπίτι σακατεμένο. Καμμιά φιλενάδα του δεν τον πλησίασε, γιατί δεν είχε πια ούτε πολλά χρή­ματα, αλλά καί το πρόσωπο του ήταν παραμορφωμένο. Ή καλή σύζυγος όμως καί καλή μάνα τον περιποιόταν με πολλή καλωσύνη, χωρίς να του θυμίζη τίποτε από την άσωτη ζωή του. Αυτό πολύ τον συγκλόνισε και τον αλλοίωσε πνευματικά. Μετανόησε ειλικρινά, ζήτησε καί εξομολογήθηκε, έζησε λίγα χρόνια χριστιανικά, με εσωτερική ειρήνη, καί αναπαύθηκε εν Κυρίω. Μετά τον θάνατο του το αγόρι ανέλαβε την δουλειά του καί συντηρούσε την οικογένεια. Ζούσαν αγαπημένα τα
παιδιά, γιατί είχαν πάρει καλές αρχές από την καλή ,μάνα. Αυτή ή μάνα ήταν ηρωίδα. ΄Ηπιε όλα τα φαρμά­κια, για να μη διαλυθή ή οικογένεια της και πικραθούν τα παιδιά της, κράτησε την οικογένεια σωστά, έσωσε και τον άνδρα της, αποταμίευσε και αυτή ουράνιο μισθό. Ό θεός αυτήν την γυναίκα θα την βάλη στην καλύτερη θέση στον Παράδεισο.

Τα παιδιά των διαλυμένων οικογενειών
Ηρθε τις προάλλες στο Καλύβι κάποιος τελείως ζα­λισμένος. Είχε δύο παιδιά από μία φιλενάδα. Πα­ντρεύτηκε μία άλλη, έκανε ένα παιδί και την χώρισε. Μετά ξαναπαντρεύτηκε κάποια άλλη, ή οποία ήταν χω­ρισμένη και είχε δύο παιδιά από τον πρώτο γάμο της και ένα παιδί από έναν φίλο. "Εκανε και μ' αυτήν άλλα δύο. «Για βαστά, του λέω, από πόσες μανάδες είναι αυτά τα παιδιά και από πόσους πατεράδες;».
"Ετσι καταστρέφονται τα ταλαίπωρα τα παιδιά. "Οσα είναι ευαίσθητα και δεν μπορούν να ξεπεράσουν την στενοχώρια, απελπίζονται και μερικά αυτοκτο­νούν. "Αλλα πίνουν, για να ξεχνούν, άλλα μπλέκονται με τα ναρκωτικά. Που τα βρίσκουν τα χρήματα;. Και αυτά τα παιδιά είναι από τα ζωηρά της προηγούμενης γενιάς. Τα άλλα από το αυτόματο διαζύγιο, πού είναι ακόμη μικρά, τί θα γίνουν ; Φέτος το καλοκαίρι πόσα παιδιά πέρασαν από το Καλύβι πού έπαιρναν ναρκωτικά! Τα περισσότερα, τα κακόμοιρα, ήταν από διαλυμένες οικογένειες. Να βρίσκωνται σε τέτοια κατάσταση στην ηλικία των είκοσι επτά ετών και να ζητούν βοήθεια! Και να δής, τα παι­διά από τις διαλυμένες οικογένειες φαίνονται από μα­κριά. Στό Καλύβι έχω τα λουκούμια έξω. 'Όταν έρχωνται, πριν προλάβουν να φάνε το λουκούμι, τρέχουν να με φιλήσουν. Με κάνουν με την ζάχαρη χάλια! Τους έχει λείψει ή αγάπη, ή στοργή. Αυτά τα παιδιά είτε έχουν τα καημένα γονείς, είτε δεν έχουν, το ίδιο τους είναι. Είτε έρχεται ό πατέρας στο σπίτι, είτε φεύγει, είτε είναι εκεί, είτε δεν είναι, το ίδιο τους κάνει
Ή ανθρώπινη λογική στο θέλημα τον Θεού για την τεκνογονία
Μερικοί προσπαθούν πρώτα να τακτοποιήσουν όλα τα άλλα και υστέρα να σκεφθούν για παιδιά. Δεν λαμβάνουν ύπ' όψιν τους καθόλου τον Θεό. "Άλλοι πάλι λένε: «σήμερα είναι δύσκολη ή ζωή· ένα παιδί φθά­νει, γιατί και αυτό με δυσκολία το μεγαλώνεις» και δεν κάνουν
άλλα παιδιά. Δεν καταλαβαίνουν πόσο αμαρτάνουν μ' αυτήν την τοποθέτηση, γιατί δεν αφήνονται με εμπιστοσύνη στον Θεό. Ό Θεός έχει σπλάχνα. Μό­λις δη ότι δεν μπορούν να ανταποκριθούν, δεν Του είναι δύσκολο να μην τους δώση άλλα παιδιά. Ξεκινούν πολλοί να παντρευτούν, χωρίς να σκεφθούν ότι πρέπει να έχουν και ως σκοπό να κάνουν παιδιά και να τα αναθρέψουν χριστιανικά. Δεν θέλουν πολλά παι­διά, για να μην έχουν σκοτούρες, και έχουν στα διαμε­ρίσματα σκυλιά, γατιά... Μου είπαν ότι τώρα στην Αμε­ρική έχουν στα σπίτια αντί για σκυλιά ένα είδος χοιρί­δια, πού είναι πανάκριβα και δεν μεγαλώνουν πολύ. Τα έχουν φτιάξει έτσι, για να μπορούν να τα έχουν μέσα στα διαμερίσματα. Παιδιά δεν θέλουν να έχουν, γιατί είναι φασαρία να τα πλένουν κ.λπ., και πλένουν τα γουρού­νια! Το σκυλί τουλάχιστον είναι και φύλακας. Άλλα να έχης γουρούνια μέσα στο σπίτι! Φοβερό! Στήν Αυστρα­λία είδα να έχουν γηροκομείο για σκύλους, για γάτες..., ακόμη και νεκροταφείο για τα ζώα! Οι άνθρωποι, έτσι όπως πάνε, θα μεγαλώνουν ποντίκια και θα τα κάνουν κονσέρβες, για να ταΐζουν τα γατιά· θα μεγαλώνουν λα­γούς και κουνέλια και θα τα κάνουν κονσέρβες, για να ταΐζουν τα σκυλιά, και άλλοι άνθρωποι θα πεθαίνουν από την πείνα. Και βλέπεις, άμα σκοτώση κανείς ένα σκυ λί, μπορεί να πλήρωση περισσότερα άπ' όσα αν σκότω­νε έναν άνθρωπο. Εξαρτάται φυσικά και από το τίνος θα είναι το σκυλί... Που φθάσαμε!... Ό άνθρωπος στην εποχή μας αξίζει λιγώτερο και από ένα σκυλί.
Για πολλούς πού ζουν κοσμικά ή οικογένεια σήμερα δεν έχει νόημα. Γι’ αυτό ή δεν παντρεύονται ή παντρεύ­ονται και δεν κάνουν παιδιά ή σκοτώνουν τα παιδιά με τις εκτρώσεις, και έτσι μόνοι τους εξαφανίζουν το σόϊ τους. Δηλαδή μόνοι τους καταστρέφονται· δεν τους κα­ταστρέφει ό Θεός. Ένω οι πιστοί, πού τηρούν τις εντολές του Θεού, δέχονται την θεία Χάρη, γιατί ό Θεός είναι υποχρεωμένος κατά κάποιον τρόπο να τους βοηθάη στα δύσκολα χρόνια πού ζούμε. Και βλέπουμε χριστιανούς οικογενειάρχες, με όσα παιδάκια τους δίνει ό Θεός, να τα μεγαλώνουν με φόβο Θεού. Και όλα τα παιδιά να είναι ισορροπημένα, χαρούμενα, ευλογία Θεού, και να προ­κόβουν. Εκεί πού λέμε: «τί θα γίνη ό κόσμος;», βλέπου­με τώρα να προχωράη, με την Χάρη του Θεού, μια γενιά καλή. Ό διάβολος καταστρέφει, αλλά και ό Καλός Θεός εργάζεταικαι δεν θα άφήση να έξαφανισθη το γένος μας.
(ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΗ ΖΩΗ,-π.Παϊσίου.εκδ.Ι.Μ.Αγ.Ι.Θεολόγου-Σουρωτή.)


*****************

Με εμπιστοσύνη καί ελπίδα, ό Ιω­ακείμ καί ή "Αννα ικέτευαν προσευχόμενοι τό Θεό νά τους χαρίσει παιδί, νά τό έχουν γλυκιά παρηγοριά στά γεράματα τους. Καί τήν ελπίδα τους ό Θεός έκανε πραγματικότητα. Τους χάρισε τήν Παρ­θένο Μαριάμ, πού ήταν ορισμένη νά γεννήσει τό Σωτήρα του κόσμου καί νά λάμψει σάν ή πιό ευλογημένη μεταξύ των γυναικών. Ήταν εκείνη, άπό τήν οποία έμελλε νά προέλθει Αυτός πού θά συνέτριβε τήν κεφαλή τοϋ νοητού όφεως. Στην Παλαιά Διαθήκη δόθηκαν πολλές προτυπώσεις τής Ύπεραγίας Θεοτόκου. Μία είναι καί ή βάτος στό Σινά, τήν όποια ενώ είχαν περιζώσει φλόγες φωτιάς, αυτή δέν καιγόταν. Ήταν απεικόνιση τής Παρθένου, που θά γεννούσε τό Σωτήρα Χριστό καί συγχρόνως θά διατηρούσε τήν παρθενία της. Έτσι, ή Αννα καί ό Ιωακείμ, πού ήταν άπό τό γένος του Δαβίδ, μέ τήν κραταιά ελπίδα πού είχαν στό Θεό απέκτησαν άπ' Αυτόν Τό επι­θυμητό δώρο, πού θά συντροφεύει τόν κόσμο μέχρι συντέλειας αιώνων.
* * *
Εις την Εκκλησίαν του Αγίου Ιωάννου προϋπήρχε κά­ποια νεωκόρος, κυρά Μαρία, ή οποία πειραζομένη άπό τον πονηρόν αντιπαθούσε τον παπα-Νικόλα, αρκετό καιρό. Μιά μέρα, καθώς έμπαινε ό Ιερεύς στην εκκλησία τον έμούτζωσε. Αυ­τός δεν το πρόσεξε κάν. Τήν νύκτα εκείνη, βλέπει ή νεωκό­ρος τον άγιο Ιωάννη και της λέγει: «Τί σου έκαμε ο δούλος μου και τον μούτζωσες»; Ταυτοχρόνως της κατέφερε ράπι­σμα, πού Οταν ξύπνησε το μάγουλο της ήτανε μελανό. Τήν άλλη μέρα, όταν πήγε πάλι κατά το σύνηθες ό Ιερεύς στην εκκλησία, βγαίνει εμπρός του ή νεωκόρος, πέφτει στα πόδια του, του ζητούσε συγχώρεση και ταυτοχρόνως τον παρακα­λούσε νά της πατήση τά χέρια. Ό πράος και ήρεμος παραμέ­ριζε. Αυτή φώναζε: «Πάτησε τα, πάτερ μου»! Και πάλι ό απλός: «Μά γιατί νά σου τα πατήξω;» Αυτό κράτησε αρ­κετά, αυτός νά μή τά πατά, και αυτή νά έπιμένη. Τήν συγ­χώρεσε γι' αυτό, πού ούτε κάν το -είχε προσέξει. Κατόπιν του οράματος αυτού ή νεωκόρος επήγε καλόγρια και ονομάσθη­κε «Ματρώνα».

Ή μετάληψις τον λεπρού
Ενα άλλο ακόμη γεγονός, φανερώνει τήν άφθαστον πίστιν και εύσεβειαν, πού είχε εις τήν εκτέλεσιν τών ιερών καθηκόντων του. Εκεί εις τήν ένορίαν του, σέ ένα στενό δρομάκι, έκρύπτετο ένας λεπρός εις μεγάλο βαθμό. Του εί­χαν φαγωθή τά χείλη του από τήν ασθένεια. Πήγε μια φορά ό πατήρ νά τον κοινωνήσει, άλλα τό κατεστραμμένο του στόμα, δέν μπόρεσε νά παραλαβή τό 'Άγιον Σώμα Του Κυρίου, και παρέπεσε λίγο πιο πλάι άπό τό στόμα. Χωρίς κανένα, μά κανένα δισταγμό, ό πατήρ έσκυψε και μέ τό στό­μα του επήρε τον θείον Μαργαρίτην, πού είχε πέσει και τον «κατέλυσε»! Αύτο ας το ιδούν αυτοί, πού δυσκολεύονται νά κοινωνήσουν, γιατί φοβούνται τά μικρόβια!... Μεγάλη, πρά­γματι, βλασφημία. Ένας Θεός, ζώντων και νεκρών, ποιη­τής ουρανού και Γης, νά προσβάλλεται από μικρόβια! Παρα­λογισμοί σκοτισμένων απίστων.
* * *
Εις τήν οικογένειαν πού συχνότατα επήγαινε ο παπα-Νικόλας, εις τον χώρο τους εντός της αυλής τον είχε ενοικιάσει ένας τσαγγάρης μαρξιστής , εκ των σημαινόντων στε­λεχών. Το μίσος του προς όλους, και εξαιρετικώς εις τους Ιερείς, δεν είχε όρια. Εκεί πού ειργάζετο παραληρούσε ομολογώντας ότι θ' αρχίσει με την παρέα του να σφάζουν τους παππάδες. Και έλεγε: «Πρώτα - πρώτα, θά σφάξουμε τους παππάδες της Ζωοδόχου Πηγής». Και έλεγε συνέχεια και γιά τους άλλους. "Οπως σας είπα αυτός ειργάζετο εντός της αυλής. Ό Πάππους με τήν καλωσύνην του πήγε κοντά του και του λέγει: «Καλησπέρα, παιδί μου». Έκείνος, χωρίς νά σηκώσει το κεφάλι του από την δουλειά του, κάτι μουρμούρισε. Το άλλο Σάββατο πήγε πάλι ό Παππούς: «Καλησπέρα, Λουκά μου». Εκείνος του απήντησε «καλη­σπέρα», και πάλι χωρις νά σήκωση το κεφάλι του. Εις τρίτην επίσκεψιν, του λέγει πάλιν ό Παππούς: «Καλησπέρα, Λουκά μου, τί κάνεις, παιδί μου»; Εδέησε νά πει «καλά, παππού». Συνέχεια ό Πάππους νά τον επισκέπτεται εκεί πού δούλευε, ώς πού έσπασε ο πάγος. Σηκώνεται από τη δου­λειά του, του ασπάζεται μέ σεβασμό το χέρι, και λέγει σε μας: «"Οταν θά σκοτώσουν τους παπάδες, εγώ θά πώ γιά τον παπα - Νικόλα νά μή τον σκοτώσουν. Και όχι μόνον θά ειπώ, αλλά θά τον περιφρουρήσω». Κατόπιν όταν ήρχετο ό Παππούς, έσπευδε αυτός να τον συναντά, και νά του φιλεί το χέρι. Ούτε ήξερε ό Παππούς τάς προθέσεις του, ούτε άπό μαρξισμό είχε ιδέαν, ούτε και τήν μεταβολήν του κατά­λαβε . Ποιος ξέρει πώς έβλεπε αυτός μέ το διορατικόν τής ψυχής του. Λοιπόν, ό άνθρωπος αυτός, όσα κηρύγματα και αν άκουε, και όσας συμβουλάς νά του έλεγαν, τίποτε άπ' αυτά δεν θά μπορούσε νά επδράσει εις την πεπωρωμένην ψυχήν του, όσον ή αγαθότητητα αυτού γεροντάκου, μέ το νά τον επισκέπτε­ται όρθιος κάθε φορά, αδιαφορών αν αυτός κατ' αρχήν τον περιφρονούσε. Μέ τήν ευχούλα του Παππούλη μετενόησε. Και όταν σε λίγο καιρό αρρώστησε μέ μίαν άσθένειαν (παραλυσιν τών κάτω άκρων τών ποδών του) και πέθανεν εις ήλικίαν 30 ετών, έκοιμήθη ώς καλός χριστιανός και χωρίς νά... σκοτώση κανένα. Αυτή τήν έπίδρασιν είχε ή φυσιο­γνωμία τοΰ Παππού εις όόσους τον γνώριζαν. Και γι' αυτό δεν είχε έχθρόν κανένα. Μόνον το σατανά, αλλά και αυτόν τον εξεμηδένιζε δια τής χάριτος Του Άγιου Πνεύματος, πού είχε εγκατασταθεί εις τήν ψυχήν του.
* * *
'Επειδή δεν κρατούσε ποτέ λεπτά μαζί του,του πληρώναμε το αμάξι εμείς άπο τον Προφήτη Έλισσαίο ώς τον "Αγιο Ιωάννη. Μιά άπο τά παιδιά του, πού σχεδόν αυτή πάντα πλήρωνε το αμάξι, έκάθητο εις έναν παράμερο τόπο τής εκκλησίας και έσκέπτετο ώς εξής: «'Ακούς εκεί, νά περνά τόσο χρήμα άπο το χέρι του και νά μή κρατά ούτε γιά το αμάξι του»! Αυτά διελογίζετο. Έν τω μεταξύ, ο Πάππους είχε βγει άπο τήν εκκλησία, και πήγαινε προς τά εξω. Διέκοψε τον δρόμον του, γύρισε και ήλθε κοντά της. Τής πιάνει το χέρι και τής λέγει: «Να μέ συγχωρέσης... είμαι "λιγάκι... παράξενος!!» Και γύρισε νά συνεχίσει τον δρόμον του.
* * *
Μιά κυρία πολύ γνωστή μου και καλής οικογενειακής τάξεως, ήλθε μία ήμερα στην εκκλησία του Αγίου Αθανα­σίου Πιλιανάκη. Αυτή υπέφερε πάντοτε από δυνατούς πό­νους του στομάχου. Τήν ήμερα πού ήλθε στην εκκλησία τήν κατέλαβον πόνοι τρομεροί. Το είπε στον παπα - Νικόλα ότι εξαιρετικώς αυτή τήν ήμερα πονούσε πολύ.
Ό Πάππους τήν ευλόγησε και τής είπε: «Άπο σήμερα δεν θα πόνεσης άλλο»! Απο αυτή τή στιγμή τής έφυγαν οί πόνοι γιά πάντα! "Εγινε τελείως καλά. Το έλεγε ή ευλογημένη όπου και αν το καλούσε ή ώρα.
Στην ιδία πάλι συνέβη το εξής: Άπο τον καιρό πού υπανδρεύθη είχε μία διαρκή γκρίνια με τον άνδρα της.
θυμήθηκε πάλι τον Πάππου, ο οποίος δεν εύρίσκετο πλέον έν τή ζωή. Έφρόντισε και απέκτησε ενα ζευγάρι δικά του επιμάνικα, πού τά φορούσε όταν λειτουργούσε. Είχε πάμ­πολλα ιερά. Γιατί σέ κάθε εκκλησάκι είχε τοποθετήσει και απο ενα μποξαδάκι ιερά, γιά νά μή τά σέρνη μαζί του. Έκεί κάπου αυτή ή κυρία έπρομηθεύθη τά έπιμάνικα τοΰ Παππού. Τά πήρε στο σπίτι της, τά θυμίασε, τά έτοποθέτησε εις τήν στεφανοθήκην εντός του εικονοστασίου της και
αμέσως — ενα φαινόμενον έκπληκτικον!— έπαυσε ή γκρίνια, επήλθεν ή ποθητή αγάπη και γαλήνη γιά πάντα.
"Αλλη μία, απο τά δικά του παιδιά, επήγε μιά μέρα νά προσκυνήσει τον τάφο του. Και εκεί βλέπει μιά γυναίκα τής ενορίας του, πού έκοβε λίγα φύλλα άπο τά άνθη του τάφου. Και αμέσως λέγει στην αδελφή: «Τί με κοιτάς περίεργα; Έδώ μόνο βρίσκω παρηγοριά. Άμα έχουμε γκρίνια στο σπίτι, έρχομαι έδώ βιαστική, κόβω λίγα άνθη άπο τον τάφο και θυμιάζω και τον παρακαλώ γιά τή γαλήνη· και έρχεται ή πραγματική γαλήνη!»(Ο Άγιος Παπα-Νικόλας Πλανάς-εκδ. «ΑΣΤΗΡ»)


Ένας Γρηγοριάτης μοναχός, τύπος ταραχώδης και εύ­φλεκτος παρασυρόταν συχνά άπό τον θυμό και δημιουρ­γούσε επεισόδια πού καθόλου δέν ταίριαζαν σ' ένα μονα­στηριακό περιβάλλον. Ό Γέροντας πού θλιβόταν μ'αυτήν τήν κατάστασι, όσο διαρκούσε ή ταραχή δέν μιλούσε. Περίμενε πάντοτε νά ήρεμήση. Κάποια φορά μάλιστα τον επήρε κι' επήγαν προς τήν θάλασσα.
— Παιδί μου, του λέει, ξέρεις τί συμβαίνει μέ τήν θά­λασσα; "Οταν είναι ταραγμένη και τρικυμισμένη αναπο­δογυρίζει βάρκες, σπάζει καράβια, δημιουργεί ναυάγια, πνί­γει ανθρώπους. Και όταν συνέλθη και γαληνέψη, παρατη­ρεί θλιμμένη τά έργα της και κτυπάει τό κεφάλι της και λέει: «Πωπώ! τί έκανα! Τί κακό! Άλλοίμονο σε μένα»!

Σ' έναν άλλο νεαρό και ολιγογράμματο μοναχό πού δυσκολευόταν νά μάθη άνάγνωσι γιά νά διαβάζη τό Μεσονυκτικό, έλεγε:
— Πάτερ Σάββα, μή λες ότι δεν μπορείς νά μάθης άνά­γνωσι. Μέ τήν υπομονή όλα κατορθώνονται. Ξέρεις πόσο σκληρές είναι οι πέτρες στο χείλος των πηγαδιών! Και όμως σιγά - σιγά τό σχοινί καθώς τράβα τον κουβά τις τρώγει. Δέν νομίζω ότι τό δικό σου μυαλό είναι πιο σκληρό από τις πέτρες των πηγαδιών.(Αθανάσιος Γρηγοριάτης- εκδ.Ι.Μ.Παρακλήτου)
Δυσκολίες στην τεκνοποιία

Σέ μερικές γυναίκες πού δεν μπορούν να αποκτή­σουν παιδιά λειτουργούν και οι πνευματικοί νόμοι, γιατί δεν κάνουν οικογένεια εγκαίρως. Αρχίζουν να διαλέγουν. «"Οχι, αυτός είναι έτσι, εκείνος είναι αλλιώς», δίνουν μια υπόσχεση σε κάποιον, κοιτάζουν συγχρόνως και άλλον, λένε μετά «όχι» σ' εκείνον πού έδωσαν την υπόσχεση - και αυτός αντί να το θεώρηση ευλογία πού τον αφήνει πριν παντρευτούν, πάει να αύτοκτονήση. "Ε, τί οικογένεια θα κάνη μια τέτοια κοπέλα; "Αλλες γυναίκες δεν μπορούν να κάνουν παιδιά, γιατί στα νεανικά τους χρόνια έζησαν άτακτη ζωή. Μερικές πάλι επηρεάζονται από την διατροφή. Πολλές τροφές περιέχουν πολλά φάρ­μακα και ορμόνες. Υπάρχουν και ανδρόγυνα πού, μόλις παντρευτούν, θέλουν αμέσως να αποκτήσουν παιδί και, αν λίγο κα­θυστερήσουν, αρχίζουν να αγωνιούν. 'Αλλά πώς να κά­νουν παιδί, ενώ είναι γεμάτοι αγωνία και άγχος; Αν διώξουν την αγωνία και το άγχος και βάλουν στην ζωή τους μια καλή πνευματική σειρά, τότε θα κάνουν παιδί.
Μερικές φορές ό θεός σκόπιμα αργεί να δώση παιδί σε κάποιο ανδρόγυνο. Είδατε και στους Άγιους Ιωακείμ και "Αννα, τους θεοπάτορες, και στον Προ­φήτη Ζαχαρία και την Αγία Ελισάβετ, στα γεράματα έδωσε παιδί, για να εκπληρωθή και στις δύο περι­πτώσεις το προαιώνιο σχέδιο Του για την σωτηρία των ανθρώπων.
Οι σύζυγοι πρέπει να είναι πάντα έτοιμοι να δε­χθούν το θέλημα του θεού στην ζωή τους. "Οποιος εμπι­στεύεται τον εαυτό του στον θεό, Ο θεός δεν τον αφή­νει. Τίποτε δεν κάνουμε εμείς, και ό θεός πόσα κάνει για μας! Με πόση αγάπη και απλοχεριά μας τα δίνει όλα! Υπάρχει τίποτε στον Θεό πού να μην μπορή να το κάνη; 'Ένα ανδρόγυνο είχε πέντε παιδιά, αλλά, όταν τα παιδιά τους μεγάλωσαν, αποκαταστάθηκαν και έφυγαν από κοντά τους, οπότε έμειναν μόνοι. Τότε αποφάσι­σαν να κάνουν ακόμη ένα παιδί, για να το έχουν στα γεράματά τους. Παρόλο πού ή γυναίκα ήταν σε ηλικία πού αυτό ήταν αδύνατο, είχαν όμως μεγάλη πίστη στον Θεό και απέκτησαν ένα αγόρι. Έτσι είχαν μαζί τους στα γε­ράματα τους τον μικρότερο γιο τους, πού τον μεγά­λωσαν και τον τακτοποίησαν και αυτόν.
Το θέμα της τεκνοποιίας δεν εξαρτάται μόνον από τον άνθρωπο, εξαρτάται και από τον Θεό. ΄Οταν ό Θεός βλέπη ταπείνωση στο ανδρόγυνο πού έχει δυ­σκολία να απόκτηση παιδιά, τότε όχι μόνον ένα παιδί τους δίνει, αλλά και πολύτεκνους μπορεί να τους κάνη. "Οταν όμως βλέπη πείσμα και εγωισμό, αν τους εκπλή­ρωση το αίτημα τους, θα τους ανάπαυση στο πείσμα τους και στον εγωισμό τους. Πρέπει να αφεθούν εν λευκώ στον Θεό. «Θεέ μου, να πουν, Εσύ για το καλό μας φροντίζεις· "γενηθήτω το θέλημα Σον». Τότε θα γίνη αυτό πού ζητούν. Γιατί, όταν λέμε «γενηθήτω το θέλημα Σου» και αφηνώμαστε με εμπιστοσύνη στον Θεό, τότε γίνεται το θέλημα του Θεού. Άλλα εμείς από το ένα μέρος λέμε «γενηθήτω το θέλημα Σου», και από το άλλο μέρος επιμένουμε στο θέλημα το δικό μας. Τότε τί να κάνη και ό Θεός;

Περιπτώσεις ατεκνίας
- Γέροντα, είναι κάποια ανδρόγυνα πού, ενώ ζουν πολύ πνευματικά και θέλουν να αποκτήσουν παιδιά, δεν μπορούν.
- Ό Θεός σε πολλούς δεν δίνει παιδιά, για να αγαπή­σουν τα παιδιά όλου του κόσμου σαν δικά τους και να βοηθήσουν για την πνευματική τους αναγέννηση. Κά­ποιος δεν είχε παιδιά, αλλά, όταν έβγαινε από το σπί­τι του, όλα τα παιδιά της γειτονίας έτρεχαν κοντά του και τον περιτριγύριζαν με πολλή αγάπη. Δεν τον άφη­ναν να πάη στην δουλειά του. Βλέπετε, ό Θεός δεν του έδωσε δικά του παιδιά, αλλά του χάρισε την ευλογία να τον αγαπούν σαν πατέρα όλα τα παιδιά της γειτο­νιάς του και με τον τρόπο του να τα βοηθάη πνευματι­κά. Τα κρίματα του Θεού είναι άβυσσος.
"Αλλοτε πάλι ό Θεός δεν δίνει παιδιά, για να βο­λεύεται και κανένα ορφανό
Γι" αυτό λέω ότι ό μεγαλύτερος καί καλύτερος πο­λύτεκνος είναι ό άνθρωπος πού αναγεννήθηκε πνευ­ματικά καί βοηθάει για την πνευματική αναγέννηση των παιδιών όλου του κόσμου, για να εξασφαλίσουν τις ψυχές τους στον Παράδεισο.

- Μερικοί, Γέροντα, πού δεν μπορούν να κάνουν παιδιά, σκέφτονται να υιοθετήσουν κάποιο παιδάκι.
- Ναί, καλύτερα να υιοθετήσουν. Δεν πρέπει να επι­μένουν. Αυτό πού θέλει ό άνθρωπος δεν είναι πάντο­ τε καί το θέλημα του θεού.
Ό θεός αγαπάει καί φροντίζει ιδιαίτερα τους πο­λυτέκνους. Σέ μια μεγάλη οικογένεια δίνονται πολλές ευκαιρίες στα παιδιά να αναπτυχθούν κανονικά, εφό­σον οί γονείς τους δίνουν σωστή αγωγή. Το ένα παιδί βοηθάει το άλλο. Ή μεγαλύτερη κόρη βοηθάει την μη­τέρα, το δεύτερο παιδί φροντίζει το μικρότερο κ.λπ. Υπάρχει αυτό το δόσιμο καί ζουν μέσα σε μια ατμό­σφαιρα θυσίας καί αγάπης. Ό μικρός τον μεγάλο και
τον αγαπά και τον σέβεται. Αυτό φυσιολογικά καλλιερ­γείται σε μια πολύτεκνη οικογένεια.
Γι' αυτό, όταν στην οικογένεια είναι μόνον ένα ή δυο παιδιά, οι γονείς χρειάζεται πολύ να προσέξουν πώς θα τα μεγαλώσουν. Συνήθως κοιτάζουν να μην τους λείψη τίποτε, οπότε τα παιδιά τα έχουν όλα δικά τους και αχρηστεύονται τελείως. Πάρε μια κοπέλα μοναχοκόρη πού τα έχει όλα. Έχει την υπηρέτρια πού θα της φέρη το φαγητό στην ώρα του, πού θα της νοικοκυρέψη το δωμάτιο της κ.λπ, Ή υπηρέτρια πληρώ­νεται, άλλα καλλιεργείται κιόλας, γιατί δίνεται, προ­σφέρει, ενώ αυτή, αν δεν κάνη καμμιά θυσία, μένει κούτσουρο, ακαλλιέργητη. Εγώ συνιστώ στους νέους να πάρουν σύζυγο από πολύτεκνη οικογένεια, γιατί τα παιδιά πού μεγαλώνουν με οικονομική δυσκολία συνηθίζουν στην θυσία, επειδή σκέφτονται πώς να βοηθήσουν τους γονείς. Αυτό σπάνια το συναντάς στα καλομαθημένα παιδιά.
Ένας πολύτεκνος μπορεί στις αρχές να αντιμετώπι­ση δυσκολίες, αλλά ό Θεός δεν θα τον αφήση. Να σας πω για μια περίπτωση:
Ένας οικογενειάρχης, πού είχε έξι παιδιά, μου είπε μια φορά να κάνω προσευχή να φωτίζη ό Θεός τους νοικοκυραίους να μην τον βγάζουν από το σπίτι. Δυστυχώς πολλοί ιδιοκτήτες, ενώ νοικιάζουν το σπίτι σε οικογένειες με δύο ανθρώπους και πέντε σκύ­λους ή γατιά πού το μουρνταρεύουν, δεν θέλουν οικογένειες με πολλά παιδιά, για να μην τους χαλάσουν δήθεν το σπίτι τους. Αυτός λοιπόν ό οικογενειάρχης είχε κουραστή ό καημένος να τον διώχνη ό ένας ιδιοκτήτης, να μην του νοικιάζη το σπίτι του ό άλλος και να μεταφέρη τα παιδάκια του και τα πράγματα του από σπίτι σε σπί­τι με πολλή αγωνία.
Εργαζόταν σκληρά, οικονομούσε τα απαραίτητα για την οικογένεια του και δεν έκανε παζά­ρια για το ενοίκιο, αρκεί να τον άφηναν οι ιδιοκτήτες να μείνη λίγα χρόνια, για να μην ταλαιπωρούνται με τις με­τακομίσεις. "Οταν τα άκουσα αυτά, τον πόνεσα και του είπα: «Μη στενοχωριέσαι· ό θεός έχει στον λογαριασμό Του και τα δικά σου παιδιά. Αυτός είναι ό Δημιουργός ; πού δίνει στα παιδιά το κυριώτερο, την ψυχή, ενώ εσύ με την σύζυγο, σαν συνδημιουργοί, δίνετε το σώμα. Επομένως ό θεός ενδιαφέρεται πιο πολύ από σας για τα παιδιά σας». Δεν πέρασαν δυό-τρείς μήνες, έρχεται χαρούμενος και μου λέει: «Δόξα τω Θεώ, ό Θεός μου οικονόμησε και σπίτι, και μου περισσεύουν και αρκετά χρήματα». Τον ρώτησα τί συνέβη και μου διηγήθηκε το έξης περιστατικό: «Πηγαίνοντας για το χωριό μου, κάθησα λίγο στο πρακτορείο, μέχρι να έρθει ή ώρα να φυγή το λεωφορείο. Με πλησιάζει λοιπόν ένας λαχειοπώλης και μου λέει να πάρω λαχεία. Εγώ, επειδή είχα την αρχή ως Χριστιανός να μην παίρνω λαχεία, του είπα ότι δεν ήθελα. "Οταν όμως είδα τον λαχειοπώλη να φεύγη, σκέ­φτηκα μήπως είχε μεγάλη ανάγκη, γι' αυτό τον φώναξα πάλι και έβγαλα χρήματα να του πληρώσω ένα λαχείο, χωρίς να το πάρω. Μα ό λαχειοπώλης ήταν φιλότιμος και δεν το δέχθηκε αυτό. Πάλι στενοχωρέθηκα καί, επειδή ήθελα να τον βοηθήσω, του είπα: «Δώσ' μου ένα λαχείο· ίσως μου χρειασθή». Καί αγόρασα ένα λαχείο με σκοπό να χάρη ό άλλος και εγώ να στενοχωρηθώ καί λίγο, πού παρέβηκα το τυπικό μου. Εκείνο λοιπόν το λαχείο κέρδισε ένα μεγάλο ποσό, αγόρασα καί σπίτι, μου περίσσεψαν και χρήματα, για να μεγαλώσω τα παι­διά μου. Έμαθα και που έμενε ό λαχειοπώλης και πήγα αθόρυβα και του άφησα στην θυρίδα του έναν φάκελο με αρκετά χρήματα, επειδή ήξερα πώς δεν θα τα δεχόταν, εάν του τα έδινα στα χέρια». Είναι φοβερό πώς ενεργεί στους φιλότιμους ή αγάπη του Θεού!
(ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΗ ΖΩΗ,-π.Παϊσίου.εκδ.Ι.Μ.Αγ.Ι.Θεολόγου-Σουρωτή.)

Εγκυμοσύνη και θηλασμός.
Ή ανατροφή του παιδιού αρχίζει από την εγκυμο­σύνη. Αν ή μητέρα πού κυοφορεί συγχύζεται και στενο­χωριέται, το έμβρυο μέσα στην κοιλιά της ταράζεται. Ενώ, όταν ή μάνα προσεύχεται και ζεί πνευματικά, το παιδάκι στην κοιλιά της μάνας αγιάζεται. Γι' αυτό ή γυναίκα, όταν είναι έγκυος, πρέπει να λέη την ευχή, να μελετάη λίγο από το Ευαγγέλιο, να ψάλλη, να μην έχη άγχος, αλλά και οι άλλοι να προσέχουν να μην την στε­νοχωρούν. Τότε το παιδί πού θα γεννηθή θα είναι αγια­σμένο και οι γονείς δεν θα έχουν πρόβλημα μαζί του, ούτε όταν είναι μικρό, ούτε όταν μεγαλώση.
"Ύστερα, όταν γεννηθή το παιδί, πρέπει να το θηλάση, όσο πιο πολύ μπορεί. Το μητρικό γάλα δίνει υγεία στα παιδιά. Με τον θηλασμό τα παιδιά δεν θηλάζουν μόνο γάλα· θηλάζουν και αγάπη, στοργή, παρηγοριά, ασφάλεια, και αποκτούν έτσι δυνατό χαρακτήρα. Άλ­λα και την ίδια την μητέρα την βοηθάει ό θηλασμός, "Οταν οι μητέρες δεν θηλάζουν τα παιδιά, δημιουργού­νται ανωμαλίες στον οργανισμό τους πού μπορεί να οδηγήσουν σε μαστεκτομές.
Παλιά μια μητέρα μπορεί να θήλαζε και το παιδί της γειτόνισσας, αν δεν είχε γάλα. Τώρα πολλές μητέ­ρες βαριούνται να θηλάσουν ακόμη και τα δικά τους παιδιά. Ή μάνα πού τεμπελιάζει και δεν θηλάζει το παιδί, μεταδίδει τεμπελιά και στο παιδί. Παλιά τα κου­τιά με το συμπυκνωμένο γάλα είχαν άπ' έξω μια μάνα πού κρατούσε στην αγκαλιά της ένα παιδάκι. Τώρα έχουν μια μάνα πού κρατάει κάτι λουλούδια! Δεν θη­λάζουν οι μάνες τα παιδιά, οπότε τα παιδιά μεγαλώ­νουν απαρηγόρητα. Ποιος θα τους δώση στοργή και αγάπη; Το κουτί με το γάλα της αγελάδας; Θηλάζουν από το «παγωμένο» μπουκάλι και παγώνει ή καρδιά τους. "Υστερα, όταν μεγαλώσουν, ζητούν παρηγοριά στο μπουκάλι, στις ταβέρνες. Πίνουν, για να ξεχάσουν το άγχος, και γίνονται αλκοολικοί. "Αν δεν πάρουν στοργή τα παιδιά, δεν θα έχουν να δώσουν στοργή, και πάει σχοινί-κορδόνι. "Ερχονται μετά οι μανάδες: «Κά­νε προσευχή, Πάτερ! Χάνω το παιδί μου».

Η εργαζόμενη Μητέρα

-Μια κοπέλα πού σπούδασε και άρχισε να εργάζεται πριν από τον γάμο της, δύσκολα αφήνει την δουλειά της, όταν γίνη μάνα, για να αφοσιωθή στα παιδιά της. Ενώ μια άλλη πού δεν σπούδασε και έχει μια απλή δου­λειά, πιο εύκολα μπορεί να την άφήση.
- "Αν δεν έχη παιδιά, Γέροντα, νομίζω ότι την βοηθάειή δουλειά.
- Δηλαδή, αν δεν έχη παιδιά, πρέπει οπωσδήποτε να εργάζεται επαγγελματικά; Υπάρχουν τόσα άλλα πράγ­ματα πού μπορεί να κάνη. Φυσικά, αν έχη παιδιά, το καλύτερο είναι να μείνη στο σπίτι. Γιατί τα παιδιά πώς θα βοηθηθούν;
- Γέροντα, πολλές γυναίκες λένε ότι δεν τα βγά­ζουν πέρα, γι' αυτό αναγκάζονται να δουλεύουν.
-Δεν τα βγάζουν πέρα, γιατί θέλουν να έχουν τηλε­όραση, βίντεο,αυτοκίνητο προσωπικό κ.λπ., οπότε πρέπει να εργασθούν, με αποτέλεσμα να παραμελούν και να χάνουν τα παιδιά τους. "Αν εργάζεται μόνον ό πατέρας και αρκούνται στα λίγα; τότε δεν θα υπάρχη πρόβλημα. Με το να εργάζονται και οι δύο, δήθεν γιατί δεν τους φθάνουν τα χρήματα, ή οικογένεια σκορπίζε­ται και χάνει το πραγματικό της νόημα. Τί να κάνουν και τα παιδιά; Αν ζούσαν πιο απλά, θα ήταν ξεκού­ραστες και αυτές, θα χαίρονταν και τα παιδιά. Κάποιος ήξερε επτά γλώσσες και ή γυναίκα του ζοριζόταν να μάθη τέσσερις, παρέδιδε και μαθήματα και έπαιρνε φάρμακα, για να τα βγάλη πέρα. Τα παιδιά τους γεννή­θηκαν καλά και μεγάλωσαν βλαμμένα. Έπειτα ψυχα­ναλύσεις... Γι' αυτό λέω στις μητέρες να απλοποιή­σουν την ζωή τους, για να μπορέσουν να ασχοληθούν περισσότερο με τα παιδιά τους πού τις έχουν ανάγκη."Αλλο είναι να έχουν και κάποια άλλη απασχόληση στο σπίτι και να καταπιάνονται με αυτήν όταν κουράζονται με τα παιδιά. "Οταν ή μητέρα είναι μέσα στο σπίτι, μπορεί και παρακολουθεί τα παιδιά, ρυθμίζει τα πράγματα και αποφεύγονται πολλές στενοχώριες. Σήμερα τα παιδιά δεν χορταίνουν την μητρική αγά­πη, αλλά ούτε την μητρική τους γλώσσα μαθαίνουν, γιατί ή μάνα λείπει όλη την ημέρα στην δουλειά και αφήνει τα παιδιά με ξένες γυναίκες. Χίλιες φορές καλύ­τερα περνούν τα παιδιά του βρεφοκομείου, όπου βρί­σκεται και κάποια αφιερωμένη νοσοκόμα πού τους δεί­χνει λίγη στοργή, παρά τα παιδιά, πού τα εγκαταλείπουν οι γονείς τους και πληρώνουν μια γυναίκα, για να τα φροντίζη. Και ύστερα τί γίνεται; "Οποιος δεν έχει μια μάνα, έχει ένα σωρό παραμάνες!

Νοικοκυριό και Πνευματική ζωή της Μητέρας.

- Οι γυναίκες συνήθως δεν έχουν μέτρο στις δουλειές τους. θέλουν συνέχεια να ανοίγουν δουλειές. Ενώ έχουν πολλή καρδιά και θα μπορούσαν να κάνουν πο­λύ καλό νοικοκυριό στην ψυχή τους, ξοδεύουν την καρ­διά τους σε ασήμαντα πράγματα. "Ας υποθέσουμε ότι έχουμε ένα ποτήρι με ωραία σχέδια, με γραμμές κ.λπ Και αν δεν είχε γραμμές, την δουλειά του πάλι θα την έκανε. Εκείνες όμως πάνε στο κατάστημα και αρχί­ζουν: «"Όχι, τις θέλω μέχρι εκεί τις γραμμές, όχι έτσι, όχι αλλιώς». Και αν έχη και κανένα λουλούδι, ε, τότε είναι πού σκιρτά ή καρδιά! Έτσι ή γυναίκα καταστρέ­φει όλη την δυναμικότητα της. Σπάνια θα βρης κανέ­ναν άνδρα να δώσει προσοχή σε κάτι τέτοια. Και αν ένα πορτατίφ λ.χ. είναι καφέ ή μαύρο, ούτε πού το προσέ­χουν οι άνδρες. Άλλα ή γυναίκα θέλει κάτι όμορφο, χαίρεται, δίνει ένα κομμάτι της καρδιάς της σε αυτό, άλλο κομμάτι σε κάτι άλλο, οπότε τί μένει για τον Χρι­στό; Τα χασμουρητά από την κούραση της στην ώρα της προσευχής. "Οσο απομακρύνεται ή καρδιά της γυ­ναίκας από τα όμορφα, τόσο πλησιάζει τον Χριστό. Και όταν ή καρδιά δοθεί στον Χριστό, τότε έχει μεγάλη δύναμη! Είδα μια ψυχή αυτές τις μέρες πού έχει αφέ­θη τελείως στον θεό. Βλέπεις να καίη μέσα της μια γλυ­κεία φλόγα! Ήταν τελείως κοσμική, άλλα είχε καλή διάθεση και κάποια στιγμή τινάχθηκε ή σπίθα μέσα της. Χρυσαφικά, λούσα, όλα τα πέταξε. Τώρα ζή με μια απλότητα! Αγωνίζεται, κά­νει δουλειά πνευματική. Με τί θυσία κινείται! Ζήλεψε τους Αγίους με την καλή έννοια. Τί κομποσχοίνι, τί νηστείες κάνει, τί Ψαλτήρι διαβάζει!... Φοβερό! Αυτή τρέφεται από την άσκηση τώρα.


Μερικές μητέρες, για να τα έχουν όλα τακτο­ποιημένα στο σπίτι, περιορίζουν ασφυκτικά τα παιδά­κια καί δεν τα αφήνουν να μετακινήσουν μια καρέκλα ή ένα μαξιλάρι. Τους επιβάλλουν στρατιωτική πειθαρ­χία, καί έτσι τα παιδιά, ενώ γεννιούνται κανονικά, με­γαλώνουν δυστυχώς βλαμμένα. ΄Ενας μυαλωμένος άνθρωπος, αν δη σε ένα σπίτι πού έχει πολλά παιδιά όλα τα πράγματα στην θέση τους, θα βγάλη συμπέρα­σμα ότι ή τα παιδιά είναι βλαμμένα ή ή μάνα είναι βάρ­βαρη καί επιβάλλει στρατιωτική πειθαρχία. Υπάρχει φό­βος στην ψυχή των παιδιών, γι' αυτό πειθαρχούν. Μια φορά είχα πάει σε ένα σπίτι με πολλά παιδιά. Πόση χα­ρά μου έδωσαν τα παιδάκια με τις παιδικές αταξίες τους, πού χαλούσαν την κοσμική τάξη - το κάθε πράγμα στην θέση του. Αυτό είναι ή μεγαλύτερη αταξία, πού κουρά­ζει πολύ τον σημερινό άνθρωπο.
Ή μάνα καλύτερα είναι να ασχολήται με την ανα­τροφή των παιδιών παρά να καταπιάνεται σχολα­στικά με το νοικοκυριό, με τα άψυχα πράγματα. Να τους μιλάη για τον Χριστό, να τους διαβάζη βίους Αγίων. Παράλληλα να ασχολήται καί με το ξεσκόνισμα της ψυχής της, για να λαμποκοπάη πνευματικά. Ή πνευματική ζωή της μητέρας θα βοηθήση αθόρυβα καί τις ψυχές των παιδιών της. "Ετσι καί τα παιδιά της θα ζουν χαρούμενα, καί εκείνη θα είναι ευτυχι­σμένη, γιατί μέσα της θα έχη τον Χριστό. Όταν κάνη τις δουλειές στο σπίτι, μπορεί συγ­χρόνως να προσεύχεται. Έμενα ή μητέρα μου μου έμαθε να λέω την ευχή. "Οταν σαν παιδιά κάναμε καμιά αταξία καί πήγαινε να θυμώση, την άκουγα πού έλεγε: «Κύριε Ίησού Χριστέ, έλέησόν με». "Οταν έβαζε το ψωμί στον φούρνο, έλεγε: «Εις το όνομα τον Χρίστου και της Παναγίας». Και όταν ζύμωνε και όταν μαγεί­ρευε, πάλι έλεγε συνέχεια την ευχή. "Ετσι αγιαζόταν ή ίδια, αγιαζόταν και το ψωμί και το φαγητό πού έκανε, αγιάζονταν και αυτοί πού το έτρωγαν.
(ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΗ ΖΩΗ,-π.Παϊσίου.εκδ.Ι.Μ.Αγ.Ι.Θεολόγου-Σουρωτή.)

ΣΟΦΕΣ ΚΟΥΒΕΝΤΕΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ